Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

..Μην τρομάξεις, εγώ ήρθε η ώρα να φύγω..

Μάζωξε τις θύμησες, τις παράθεσε με την απαιτούμενη χρονολογική σειρά, αναγκαίο και λειτουργικό είπαν

Έζησες όμορφα χρόνια στις κρυφές γωνίες της  αυλής και του κήπου είπε. Με όλη σου την παρέα  τους γάτηδες, τα μικροπούλια ,τον σκύλο σου.

Εζησες ωραίες στιγμές είπε. Βλέπεις ακόμα κείνο το ξυπόλυτο καχεκτικό,αδύναμο μαυριδερό χαμίνι να τρέχει στο ακροθαλλάσι χρόνους. Και φορές χανόσουν στον βυθό μέρες ολάκερες, ώρες αμέτρητες για τους κόχυλες



Έζησες Μουσκεμένες μέρες είπε. Στην αντάρα της καταιγίδας , στις χορδές της ξαφνικής αστραπής στο βλέφαρο του ξηρού κεραυνού, στο ανεμοβρόχι και στο σιγοψιχάλισμα

Έζησες Βουρκωμένες μέρες είπε. Μέσα στα εχθρικά βλέμματα των ανθρώπων,Με την απόγνωση και την απελπισιά ,το γκρίζο και το μαύρο, το ατελείωτο καρτέρεμα, το αιματόβρεχτο ξόδεμα.

Έζησες χρόνους με τα ρούχα του επαίτη είπε. Ικετεύοντας για τον Ψίχουλα και τον Σταγόνα. Αχώριστοι φίλοι έλεγες.  Ντρεπόσουν και φοβόσουν συνάμα, μην τους προδώσεις, μην σου γυρίσουν την πλάτη και χαθούν.Δεν τους απαρνήθηκες όμως ποτέ , η αλήθεια.

Έζησες δίσεκτα,σκυφτά,βασανισμένα χρόνια είπε.Με το κορμί και την ψυχή σου να γίνονται φορές, ένα με το κουπί . Αλλες δε ως υποζύγιο, σέρνοντας το βασανιστικό φορτίο των όσων η ζωή παρήγαγε και κεφαλαιοποίησε, στο κύλημα του χρόνου

Έζησες ταραγμένα χρόνια, είπε. Με τις μυριάδες μικρές -μεγάλες ήττες χωρίς να νικηθείς.Με τις απώλειες βαθιά χαραγμένες πάνω σου και μέσα σου.Με το κορμί σου διαλυμένο, τα χέρια σου τσακισμένα τα δάχτυλα σου σπασμένα. Έζησες χωρίς όμως να λυγίσει η ματιά  σου, χωρίς να θολώσει το βλέμμα σου, χωρίς να πάψουν τα βήματα σου και οι στράτες σου..Εντιμο αίμα

Έζησες την νύχτα, όσο ελάχιστοι,είπε. Με κείνο το εκκρεμές να ταλαντώνεται σε ευθεία πορεία στην νοητή γραμμή ζωής και θανάτου άπειρες φορές. Δεν έζησες όμως στα σκοτάδια.

Έζησες δίκοπη ζωή είπε.Διωγμένος απο θεούς, κυνηγημένος, απο  ανθρώπους, στοιχειωμένος απο μοίρα και επουράνιο σχέδιο.

Έζησες σημαδεμένα χρόνια,είπε. Με το παιχνίδι στημένο, εξ αρχής ξεπουλημένο , και αν πέρασες απο κείνα τα μάρμαρα, μόνο λαβωμένος ήταν γιατί έσπασες τους κανόνες.

Έζησες περήφανα χρόνια,είπε. Καθώς μπορούσες με το ανάστημα σου να βλέπεις τις άκρες του ορίζοντα. Καθώς οι ώμοι αρκούσαν πιά για να κρυφτούν όσοι δεν τίμησαν την ζωή,στο ελάχιστο

Έζησες την ζωή που σου έλαχε, είπε. Μια γεμάτη ζωή, δεν σου ξέφυγε τίποτα απο όσα άξιζαν. Με την σιγουριά του μετέωρου.

Καλοί οι συμψηφισμοί και απολογισμοί σου, μουρμούρισε ως απάντηση. Καλά και τα μεγάλα σου λόγια. Ακόμα πιο δίκαιη, η αποτίμηση σου. Για το σήμερα όμως τι έχεις να πείς, τι έχεις να καταθέσεις ,τι έχεις να προβλέψεις;

Θαρρώ πως το μόνο σίγουρο που θα σου αναφέρω, είναι πως δεν υπάρχει χρόνος και χώρος για πισωγυρίσματα, απάντησε.Πως έφτασες ως εδώ, με τον κάθε βηματισμό, που όριζε η κάθε περίσταση.Πως εδώ θα σταθείς, και απο δώ θα ξεκινήσεις, για το όποιο μέλλον έχεις. Και αν πέσεις, πάλι εδώ θα βρεθείς, όχι πιο πίσω.

Γέλασε πικρά. Κράτα ζωντανή την λαχτάρα για ζωή του απάντησε. Άναψε την φωτιά της ζωής και κράτησε την άσβεστη. Ανέμισε τα μεγάλα. Τραγούδησε τα καλύτερα. Φώναξε τα μέσα σου. Ανοιξε τα φύλλα της καρδιάς σου. Μπόλιασε την σκέψη σου.Δυνάμωσε την ψυχή σου.Μαστίγωσε τις σκιές.
Και ζήσε την κάθε μέρα ως η τελευταία με την ευπρέπεια και την ευγένεια που της πρέπει.

Μην τρομάξεις, εγώ ήρθε η ώρα να φύγω